ημιωβελιον

ημιωβελιον
    ἡμιωβέλιον
    ἡμι-ωβέλιον
    τό пол-обола (вес и монета = 364 г) Arst.

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Смотреть что такое "ημιωβελιον" в других словарях:

  • ημιωβέλιον — ἡμιωβέλιον, τὸ (Α) ημιωβόλιον*. [ΕΤΥΜΟΛ. < ημι * + οβελός, το ω λόγω συνθέσεως] …   Dictionary of Greek

  • ἡμιωβέλιον — half obol neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἡμιωβελίου — ἡμιωβέλιον half obol neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἡμιωβέλια — ἡμιωβέλιον half obol neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ημι- — (AM ἡμι ) αχώριστο πρόθημα ως α συνθετικό λέξεων τής αρχ., μσν. και νεοελλ. γλώσσας που έχουν την έννοια ότι αυτό που δηλώνει το β συνθετικό είναι: α) το μισό, ως προς το ποσό (πρβλ. ημισέληνος, ημισφαίριο) β) κάτι το ελλιπές, μη τελειωμένο,… …   Dictionary of Greek

  • ημιωβόλιον — ἡμιωβόλιον και αττ. τ. ἡμιωβέλιον και βοιωτ. τ. ἑμνιωβέλιον και δωρ. τ. ἡμιωδέλιον (Α) μισός οβολός. [ΕΤΥΜΟΛ. < ημι * + οβολός, το ω λόγω συνθέσεως] …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»